καθίστησι

καθίστησι
καθίστημι
set down
pres ind act 3rd sg
καθιστάω
pres ind act 3rd sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • καθίστησ' — καθίστησι , καθίστημι set down pres ind act 3rd sg καθίστησαι , καθίστημι set down pres ind mp 2nd sg καθίστησι , καθιστάω pres ind act 3rd sg καθίστησο , καθιστάω pres imperat mp 2nd sg καθίστησαι , καθιστάω pres ind mp 2nd sg καθίστησαι ,… …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • καθιστώ — (AM καθίστημι, Α και καθιστάνω και καθιστῶ, άω) 1. ορίζω, διορίζω, τοποθετώ (α. «μέ κατέστησε υπεύθυνο για όσα συμβούν» β. «τόν κατέστησε κληρονόμο του» γ. «κατέστησε τύραννον εἶναι παῑδα τὸν ἑωυτοῡ», Ηρόδ.) 2. κάνω κάποιον να γίνει κάτι, να… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”